chistar - ορισμός. Τι είναι το chistar
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι chistar - ορισμός


chistar      
Sinónimos
verbo
1) hablar: hablar, atraer la atención
Antónimos
verbo
chistar      
verbo intrans.
Prorrumpir en alguna voz o hacer ademán de hablar. Se utiliza más con negación.
verbo trans.
Llamar o reclamar la atención de alguien con la interjección ¡chis!
chistar      
chistar (de "chisss")
1 intr. Rechistar: *hablar o *decir algo. Se usa solamente en frases negativas con el significado de "no [o sin] decir nada, ni siquiera emitir un sonido": "Bajó la cabeza y se marchó sin chistar. Ni chistó mientras le curaban".
2 tr. Llamar a alguien emitiendo un sonido que podría transcribirse como "chsss".
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για chistar
1. Sin embargo, fue sin chistar y le entregó el Premio a la Trayectoria a Alfredo Alcón.
2. Suar y Cabré, con poco abrigo, se lo bancan sin chistar.
3. Algunos llegaron a chistar durante el concierto a los que se atrevían a animar con gritos o silbidos.
4. Sin chistar y pese a que en el fondo no creía que fuera la mejor opción. ¿Y aquellas novelas por el pelo de Passarella?
5. Lo mostraron Juan Manuel Torres y Gustavo Cabral, recientes campeones del Mundo con la Selección Sub 20 que trabajaron sin chistar pese a haber sufrido un gran desgaste en Holanda.
Τι είναι chistar - ορισμός